Οι κοινωνικές ανισότητες στην εκπαίδευση είναι η κατάσταση κατά την οποία τα παιδιά από διαφορετικά κοινωνικά και οικονομικά υπόβαθρα έχουν διαφορετικές ευκαιρίες να επιτύχουν στην εκπαίδευση.
Τα παιδιά από οικογένειες με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο και εισόδημα τείνουν να έχουν χαμηλότερες επιδόσεις στην εκπαίδευση σε σχέση με τα παιδιά από οικογένειες με υψηλό μορφωτικό επίπεδο και εισόδημα. Αυτό μπορεί να οφείλεται σε διάφορους παράγοντες, όπως η πρόσβαση σε ποιοτική εκπαίδευση, η υποστήριξη στο σπίτι και οι προσδοκίες των γονέων.
Επίσης τα παιδιά από γονείς με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο τείνουν να έχουν λιγότερες ευκαιρίες να συμμετέχουν σε εκπαιδευτικές δραστηριότητες, όπως προγράμματα μελέτης, κατασκηνώσεις και ταξίδια. Αυτό μπορεί να τους εμποδίσει να αναπτύξουν τις δεξιότητες και τις γνώσεις τους και να ανταγωνιστούν ισότιμα τους συμμαθητές τους.
Ένα ακόμη πλεονέκτημα των παιδιών που προέρχονται από οικογένειες με υψηλό μορφωτικό επίπεδο και εισόδημα είναι ότι έχουν περισσότερες πιθανότητες να επιλέξουν σχολεία με υψηλά ποσοστά επιτυχίας. Αυτό μπορεί να τους προσφέρει περισσότερες ευκαιρίες για το μέλλον.
Γενικότερα η κοινωνική κινητικότητα είναι μειωμένη ώστε να μπορέσουν ορισμένες ομάδες ανθρώπων να βελτιώσουν την θέση τους στην κοινωνία και κατ’ επέκταση να προσφέρουν καλύτερη εκπαίδευση στα παιδιά τους.
Υπάρχουν βέβαια διάφοροι τρόποι για να μειωθούν οι κοινωνικές ανισότητες στην εκπαίδευση. Οι κυβερνήσεις μπορούν να λάβουν μέτρα για να διασφαλίσουν ότι όλα τα παιδιά θα έχουν πρόσβαση σε ποιοτική εκπαίδευση, ανεξάρτητα από το κοινωνικό και οικονομικό τους υπόβαθρο. Οι οικογένειες και οι κοινότητες μπορούν να παρέχουν υποστήριξη στα παιδιά για να επιτύχουν στην εκπαίδευση.
Ο στόχος είναι να δημιουργηθεί ένα εκπαιδευτικό σύστημα που θα παρέχει σε όλα τα παιδιά ίσες ευκαιρίες και ειδικότερα τις ευκαιρίες που χρειάζονται για να πετύχουν και να μοιραστούν τα οφέλη της εκπαίδευσης.